Strong's Exhaustive Concordance awake, raise, stir up. From dia and egeiro; to wake fully; i.e. Arouse (literally or figuratively) -- arise, awake, raise, stir up. see GREEK dia see GREEK egeiro Forms and Transliterations διεγειρειν διεγείρειν διεγειρετο διεγείρετο διεγείρουσιν διεγειρω διεγείρω διεγερθεις διεγερθείς διεγερθεὶς διεκβαλεί διεκβαλλεί διεκβάλλει διεκβολαί διεκβολάς διεκβολή διεκβολήν διεκβολής διελεγχθήσεται διελεγχθώμεν διεμβαλούσι διενέβαλε διεξάγεται διεξελεύση διεξέλθοι διεξελθούσα διεξήλθε διηγειραν διήγειραν διηγείρετο διήλασεν diegeiran diēgeiran diḗgeiran diegeirein diegeírein diegeireto diegeíreto diegeiro diegeirō diegeíro diegeírō diegertheis diegertheìsLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |